«Ο Ντέμης Ρούσσος, εμπνευσμένος από τους Φαραώ και τον Μεγάλο Αλέξανδρο, ήταν γνωστός για περίπου 30 χρόνια για την ψυχεδελική μουσική του, αλλά και για το κάποιες φορές κιτς παρουσιαστικό του, που θα αφήσει ανεξίτηλο στίγμα στη μουσική», έγραψε η γαλλική «Liberation» για τον Ντέμη Ρούσσο, που έφυγε από τη ζωή σε ηλικία 68 ετών, τον Ιανουάριο του 2015.
Ο Ντέμης Ρούσσος ήταν πάνω από όλα ένας Ελληνικός Μύθος, που αγαπήθηκε παγκοσμίως και υπήρξε μία από τις πιο χαρακτηριστικές εκκεντρικές φιγούρες της δεκαετίας του ’70, με τις κελεμπίες, τα μούσια, το γλυκό χαμόγελο, τα αθώα μάτια και το πρώιμο bear look. Για τη γενιά που μεγάλωσε στα 70s η μουσική και η φωνή του θα συνδυάζονται για πάντα με μια εποχή που σήμερα μοιάζει πολύ πιο απλή και πολύ πιο όμορφη.
Το 2007 έδωσε στο περιοδικό «Status» μία από τις τελευταίες μεγάλες συνεντεύξεις του, με αφορμή τη βράβευσή του στα βραβεία «Άντρες της Χρονιάς» για το έργο της ζωής του.
«Oνομάζομαι Αρτέμιος Βεντούρης Ρούσσος, αλλά στην αρχή το όνομά μου, ανά χώρα, γνώρισε διάφορες βερσιόν και προφορές: Ντένης, Ντένης Ρούσσος… Μαζί με την καριέρα μου, καθιερώθηκε και το όνομά μου στην τελική του εκδοχή: Ντέμης Ρούσσος! Ένα όνομα και η ιδιαίτερη προφορά του μπορεί να αποδειχτούν μια λεπτομέρεια καθοριστικής σημασίας. Το δικό μου διαμορφώθηκε μέσα από διάφορες απόπειρες από τις χώρες που με αγάπησαν και με ανέδειξαν.
Γεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου στις 15 Ιουνίου του 1946. Πιστεύω ακράδαντα πως όλα όσα συνέβησαν στη ζωή μου ήταν καρμικά προδιαγεγραμμένα. Σε μερικές αναδρομές της ψυχής μου στο παρελθόν, τις οποίες έχω κάνει στα πλαίσια της πίστης μου στη μετενσάρκωση, ανακάλυψα ότι σε άλλες ζωές υπήρξα ιεροκύρηκας. Κοινώς, ένας άνθρωπος που ουσιαστικά βρίσκεται όρθιος μπροστά σε ένα κοινό και επικοινωνεί, μεταδίδει μηνύματα…
Ήμουν από μικρός ανήσυχο πνεύμα. Οτιδήποτε εμπεριείχε μια ευαισθησία μαγνήτιζε απόλυτα την προσοχή μου: χρώματα, ήχοι, μυρωδιές… Σε έναν τόπο μαγικό, όπως η Αλεξάνδρεια. Και οι δύο γονείς μου ήταν καλλιτέχνες στην ψυχή. Ο πατέρας μου ήταν ερασιτέχνης μουσικός, η μητέρα μου τραγουδούσε υπέροχα – με τις παρέες τους ζούσαμε κυριολεκτικά μέσα στη μουσική. Με στήριξαν και αγάπησαν αυτό που έκανα όσο το αγάπησα και εγώ»
«Αγόρασα την πρώτη μου κιθάρα στα 17 μου και δεν την πλήρωσα! Υποσχέθηκα στον έμπορο πως θα την πλήρωνε η μητέρα μου, η οποία ωστόσο δεν ήξερε τίποτα. Εγώ, το μοναδικό πράγμα που είχα στο μυαλό μου ήταν να φύγουμε με το γκρουπ για τις Σπέτσες, όπου θα παίζαμε σε κλαμπ με ζωντανή μουσική. Μεγάλωσα με τη νοοτροπία του γκρουπ. Πρώτα, οι Idols και μετά οι We5. Κάπου εκεί γνώρισα τον Βαγγέλη Παπαθανασίου και αμέσως καταλάβαμε ότι είχαμε πολλά κοινά πράγματα να κάνουμε. Όταν ήρθε η χούντα, φύγαμε για το εξωτερικό… Η επιτυχία μας ξεκίνησε στη Γαλλία. Υπογράψαμε το πρώτο μας συμβόλαιο ως Aphrodite’s Child».
«H αποδοχή ήταν τεράστια, αν και το γκρουπ κράτησε μόνο δύο χρόνια. Και ο Βαγγέλης και εγώ ξέραμε ότι ήταν απλώς ένα βήμα. Εγώ με τη φωνή μου ήμουν το ιδανικό όχημα για να περάσει εκείνος τη μουσική του εκτός συνόρων και, αντίστροφα, εκείνος ήταν το μουσικό όχημα για να ταξιδέψω εγώ τη φωνή μου ανά τον πλανήτη».
«Η σόλο καριέρα μου ήταν εντυπωσιακή, αλλά όχι αυτόματα, όχι χωρίς κόπο. Με θυμάμαι να γυρίζω τον κόσμο σαν τσιγγάνος με μια βαλίτσα μόνιμα στο χέρι». H εικόνα του Ντέμη, με τις κελεμπίες, τις γούνες, τα χαϊμαλιά, τα γένια, τα περιττά κιλά είναι ταυτισμένη με τη δεκαετία του ’70, αλλά και το κακό γούστο που βασίλευε τότε. «Η μόδα με τις κελεμπίες ξεκίνησε εντελώς τυχαία, όταν ήταν να εμφανιστώ στο Ρίμινι της Ιταλίας. Λόγω της έντονης ζέστης και του ότι ήθελα να αισθανθώ άνετα, πήγα σε ένα τοπικό μαγαζί και αγόρασα μια κελεμπία. Στη συνέχεια αυτό καθιερώθηκε ως μόδα και ράφτηκαν για μένα sur mesure πολύ όμορφες δημιουργίες από διάσημους σχεδιαστές. Όταν σταμάτησα να τις φοράω, τις πούλησα όλες σε ένα φιλανθρωπικό πλειστηριασμό και το χάρηκα αφάνταστα».
Κάτω από την εκκεντρικότητα υπήρχε όμως ένα μεγάλο ταλέντο. « Ήταν ένας μοναδικός Έλληνας, που μέσα από τα τραγούδια και τη φωνή του διαφήμισε τη χώρα μας σε όλον τον πλανήτη», είπε για τον Ντέμη ο Γιάννης Πετρίδης στην Popaganda. «Την αγάπη του για την Ελλάδα την έδειχνε σε οποιαδήποτε συναυλία, σε κάθε πόλη του κόσμου. Θα έπρεπε να είναι πρότυπο για νεότερες γενιές καλλιτεχνών, που θα ήθελαν να κάνουν καριέρα στο εξωτερικό. Και μόνο η παρουσία του στους Aphrodite’s Child τον έχει τοποθετήσει με τα υπόλοιπα μέλη του συγκροτήματος στην κορυφή αυτού που ονομάστηκε τότε progressive rock και εξακολουθεί να είναι ακόμα και σήμερα επίκαιρο. Δε νομίζω ότι μπορώ να βρω άλλη φωνή στη μουσική που έχω ακούσει, η οποία να συνδυάζει τις βυζαντινές καταβολές με το σύγχρονο τρόπο έκφρασης».
«Η διαφορετικότητα ήταν το μεγαλύτερο συστατικό της επιτυχίας μου. Λόγω των τόσων παράλληλων μουσικών επιρροών, είχα ένα ηχόχρωμα και μια ερμηνεία εντελώς διαφορετική από τους υπόλοιπους», δήλωσε στο «Status».
Με το «Forever and Ever» έφτασε μέχρι το Νο1 των αγγλικών charts, ενώ τραγούδια όπως το «From Souvernirs to Souvenirs» και «Velvet Mornings» έγραψαν ποπ ιστορία, συνεχίζοντας την επιτυχία του.
«Αν γίνεις σκλάβος της επιτυχίας σου, έχεις ήδη αρχίσει να χάνεις το παιχνίδι», είχε πει ο Ντέμης στη συνέντευξή του στο «Status». «Αν αγωνιάς για το επόμενο hit, πέφτεις στην παγίδα. Ο πραγματικός σταρ πρέπει να γίνεται το τραγούδι και όχι εσύ. Όταν το 1974 πήραμε στα Music Awards μαζί με τους ABBA όλα τα βραβεία, παρά τη μεγάλη μου ικανοποίηση, δεν άφησα το hit να γίνει αυτοσκοπός. Έχω στο ενεργητικό μου και αρκετές αποτυχίες, όπως και λάθη. Σε καμία περίπτωση όμως δε μετανιώνω για τις επιλογές μου».
«Όλοι εμείς που ζήσαμε και κάναμε καριέρα στα 60s και τα 70s είμαστε πολύ τυχεροί», είχε δηλώσει στο «Status», στον Λεονάρντο Ορφανίδη. «Βρεθήκαμε να δημιουργούμε σε μια περίοδο μέγιστης ελευθερίας και κυρίως πραγματικής ανθρώπινης επικοινωνίας. Χωρίς ΑΙDS, χωρίς ψεύτικα ταμπού, χωρίς τόση πολυπλοκότητα και οverdose τεχνολογίας στη δουλειά, που συχνά αναιρούν την ίδια την ψυχή».
«Έζησα τη δεκαετία των 60s, που ήταν φουλ στα ναρκωτικά, και δεν έκανα ποτέ χρήση, δεν τα ακούμπησα, ούτε εγώ ούτε και ο Βαγγέλης Παπαθανασίου. Μία φορά μόνο κάπνισα ένα τσιγάρο χασίς και με πήρε ο ύπνος!», θα διηγείτο στο περιοδικό «ΕΓΩ weekly».
Περιζήτητος, όχι μόνο για το ταλέντο, αλλά και τον ευγενικό χαρακτήρα και την προσωπικότητά του, συνεργάστηκε με τη Νάνα Μούσχουρη, τη Βίκυ Λέανδρος, αλλά και τον Charles Aznavour και την Petula Clark.
Κατά τη διάρκεια της πτήσης 847 της TWA, τον Ιούνιο του 1985, ο Ντέμης Ρούσσος, όντας επιβάτης, υπήρξε θύμα αεροπειρατείας. Οι αεροπειρατές γιόρτασαν ακόμα και τα γενέθλιά του όταν τον αντιλήφθηκαν ανάμεσα στους ομήρους.
Παρά το πέρασμα του χρόνου, ο Ντέμης διατήρησε το δικό του φανατικό κοινό και συνέχισε την καριέρα του, κάνοντας συναυλίες ανά τον κόσμο. «Όταν εμφανίζεσαι στο Kodak Theater ή την Κόκκινη Πλατεία και βλέπεις χιλιάδες κόσμου να τραγουδά μαζί σου, δεν μπορείς να μην ευχαριστήσεις τον Θεό για την ευλογία που σου έδωσε.
Είχα πάντα υπό έλεγχο την επιτυχία και τα επακόλουθά της. Αυτό που ίσως δεν κατάφερα να ελέγξω ήταν η προσωπική μου ζωή. Από τη μια, αυτή η τσιγγάνικη ζωή από χώρα σε χώρα και από την άλλη η ανήσυχη φύση μου, ποτέ δε βρήκα τη γυναίκα εκείνη που θα πέρναγα μαζί της μια ολόκληρη ζωή. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν έχω απωθημένα, αγαπήθηκα και αγάπησα πολύ. Είχα σημαντικές συντρόφους, την τύχη να έχω παιδιά και εγγόνια και σήμερα μια γυναίκα που με καλύπτει απόλυτα».
Το 2007 τιμήθηκε από το περιοδικό «Status» και τις Εκδόσεις Λυμπέρη για το έργο ζωής του στα βραβεία «Άντρες της Χρονιάς».
Το Σεπτέμβριο του 2013 παρασημοφορήθηκε από τη Γαλλική Δημοκρατία με τον τίτλο του Ιππότη της Λεγεώνας της Τιμής σε τελετή στην πρεσβεία της Γαλλίας στην Αθήνα.
Λάτρευε τη σύζυγό του, καθώς και τα δύο παιδιά που είχε αποκτήσει, τον Κύριλλο και την Έμιλι, η οποία είχε το θλιβερό ρόλο να επιβεβαιώσει στα media το θάνατο του πατέρα της…
Mιχάλης Αργυρόπουλος
Cover: (Photo by Polydoros ANASTASSELIS/Gamma-Rapho via Getty Images/Ideal Image)